Δένω κόκκινο πανί πάνω στο χέρι μου σήμερα,
ήρθαν τ' άγρια να διώξουνε τα ήμερα
από μέσα μου φόρος τιμής σε κάθε κώδικα
που πολεμάει στις υπόγειες στοές του τυφλοπόντικα.
Δένω κόκκινο πανί στο χέρι μου και τραγουδάω
πριν πάρω εκδίκηση τη ρίζα μου κοιτάω
– καλά κρατάω· ξένος με τις εποχές γερνάω
κι ό,τι κακό φανερωθεί, δεν το ξεχνάω.
Δένω κόκκινο πανί απόψε δίπλα του πόνου,
γιατί το αύριο συλλαμβάνεται στην μήτρα του χρόνου.
Είναι γνωστό σημείο αυτό κι είναι το έσχατο
ας τους να θάβονται – πρόσεχε πέρνα το.
Δένω κόκκινο πανί στα περήφανα καράβια
που ήρθαν στο απάγκιο μου σαν φοβισμένα κουτάβια.
Δένω κόκκινο πανί στα λόγια που αγοράζουν μόχθο
και στη χλεύη όσων αντιστέκονται απ' τον όχλο.
Δένω κόκκινο πανί σ' ό,τι χωρούν οι παρενθέσεις
και στους ακίνδυνους με τις ήπιες διαθέσεις.
Δένω κόκκινο πανί και σπάω το καλούπι,
σε κάτι πιο σπουδαίο ελπίζω δεν το κουνάω ρούπι.
Δένω κόκκινο πανί πάνω στο χέρι μου όταν θεριεύω
Δένω κόκκινο πανί κάθε φορά που το δίκιο γυρεύω
Δένω κόκκινο πανί στα ευκολοχώνευτα και στ' ανίδρωτα
Δένω κόκκινο πανί στις μέρες που μεθύσαν απ' το τίποτα
Ρίχνω κόκκινο πανί στο χάσμα αυτό που μεγαλώνει
κι ευτυχώς η ξεφτίλα δεν το γεφυρώνει.
Ρίχνω κόκκινο πανί σ' ό,τι αφήνεις στην τύχη
κι ανασαίνω δυνατά να πέσουν όλοι οι τοίχοι.
Βαστάω κόκκινο πανί για να θυμάμαι να μη φύγω.
Το σκοτάδι είναι μια μέρα που θα γεννηθεί σε λίγο.
Ρίχνω κόκκινο πανί στον πιο μικρό εαυτό σου
που ποτέ δεν περιφρόνησε το πάθος στ' όνειρό σου.
Γιατί δεν ήθελε να γίνεις σκλάβος στον ξύπνιο σου,
σου ‘δεσε κόκκινο πανί σ' ό,τι έχεις γύρω σου
να βλέπεις πάντα και ν' ακούς εκείνους που σιωπούν·
η κόλασή τούς περιμένει εκείνους που λαμποκοπούν.
Δέσε ένα κόκκινο πανί στον αριστερό καρπό σου
στη μάχη να ‘χεις να σκουπίζεις και το μέτωπό σου.
Δέσε κόκκινο πανί σ' αυτό που θέλει να σε λευκάνει
κι έχε το νου σου θέλει να σε ξεκάνει.
Δέσε με κόκκινο πανί το καθαρό και το θολό
και τα δυο δίδυμα αδέρφια – τον άγιο και τον αμαρτωλό.
Δέσε κόκκινο πανί και σφίξε αλύπητα
τις μέρες που μεθύσαν απ' το τίποτα.